Άκουε πολλά, λάλει καίρια.

ΒΙΑΣ Ο ΠΡΙΗΝΕΥΣ
  • Άρθρα-Δηλώσεις

Ας ήτανε τα σπίτια μας σαν τη Villa Amalias…

Του Σπύρου Λυκούδη

Έγραψα τα παρακάτω πριν τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ στους νοικοκυραίους με τη φωνή του Προέδρου του και μετά τη
δημοσίευση άρθρου έμπειρου στελέχους που αιτιολογεί τη στροφή με λατινοαμερικάνικες ταξιδιωτικές εντυπώσεις. Πριν και την ανακοίνωση της συνάντησης με τον Σόϊμπλε, πριν τις βομβιστικές επιθέσεις κατά δημοσιογράφων, κομματικών γραφείων, και τις ριπές με καλάσνικωφ κατά του γραφείου του Πρωθυπουργού.
Αμφιταλαντεύτηκα για την ανάγκη δημοσίευσής του. Το αποφάσισα όμως, έτσι, χωρίς ηθικό δίδαγμα.


Μεταξουργείο, 10.1.2013
Όσα ακολουθούν έχουν τη σφραγίδα του αριστερού που παρατηρεί. Μόνο.

Την Τετάρτη 9 Ιανουαρίου στο Μεταξουργείο 50 – 60 πρόσωπα, 25 χρονών πάνω- κάτω, οργανωμένα σε ομάδες, φτάνουν στα γραφεία της Δημοκρατικής Αριστεράς από δυο διαφορετικές κατευθύνσεις. Οι περισσότεροι παραμένουν στην είσοδο. Λίγοι, με πρόσωπα αυτοπειθαρχημένα, ανεβαίνουν με βιασύνη στους ορόφους, σαν να θέλουν να γνωρίσουν το κτίριο. Ευγενικές συμπεριφορές με ελάχιστες εξαιρέσεις ύβρεων. Όχι πολιτικών, συνηθισμένων ύβρεων καθημερινότητας.

Αγχωμένες κινήσεις, να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους κι ένα βαρύ, συναισθηματικό φορτίο στον πολιτικό τους λόγο. Ν΄ αφήσουν τα αποτυπώματά τους στην πολιτική μέρα, να αναρτήσουν το πανό τους, να στείλουν τα κείμενά τους από το φαξ της ΔΗΜΑΡ, ν' απαθανατίσουν την επινίκια παρουσία τους, στέλνοντας τη φωτογραφία της με το κινητό.

Με την άκρη του ματιού μπορούσες να δεις μικρές κινήσεις αλληλεγγύης, την έγνοια για το σύντροφό τους και την κούραση της νύχτας που προηγήθηκε. Ένα κορίτσι αναζητά χαμηλόφωνα τουαλέτα, ένα αγόρι καθησυχάζει τους εργαζόμενους , ένα ευχαριστώ, μια συγγνώμη για την ενόχληση, μια ντουντούκα ξεχασμένη στην είσοδο, μια κουβέντα, που σχεδόν δεν άρχισε, για την αναρχία, η βαθειά πεποίθηση της στράτευσης τους στον αντιφασιστικό και αντικαπιταλιστικό αγώνα...

Αυτά, συνοπτικά, έμειναν στη μνήμη εκείνων που βίωσαν τη σύντομη κατάληψη των γραφείων τους .
Στέκομαι ιδιαίτερα στο βαρύ συναισθηματικό και ιστορικό φορτίο, που αισθάνονται οι καταληψίες ότι κουβαλούν, για έναν κυρίως λόγο. Το βήμα από τη δημοκρατική πρόθεση κοινωνικής δικαιοσύνης στην αντιδημοκρατική συμπεριφορά, συνήθως, δεν γίνεται με επίγνωση μέσω των ιδεών. Γίνεται μέσω των συναισθημάτων που τροφοδοτούνται από ιδεοληψίες , και διαμορφώνουν αντίληψη εξαιρετικότητας για το πρόσωπο και το ρόλο του στην Ιστορία.

Δεν αναφέρομαι, λοιπόν, στην ιδεολογική συγκρότηση των προσώπων αλλά στη ρομαντική φύση της αφοσίωσης στη στράτευσή τους, στα συναισθήματα, με τα οποία την επενδύουν και τροφοδοτούν την κοινωνική τους ταυτότητα. Σ΄αυτό η σήψη της πολιτικής ζωής και ο ατελέσφορος τρόπος που την αντιμετώπισε η Αριστερά, ο δημόσιος και ιδιωτικός της λόγος και οι στόχοι της, ρητοί και άρρητοι, έπαιξαν και εξακολουθούν να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο.

Για την εν γένει παιδαγωγική φύση της πολιτικής και το ρόλο του πολιτικού λόγου στη διαμόρφωση του πολιτικού λεξιλογίου και των ορίων του κοινωνικά αποδεκτού μπορούμε να μιλούμε μερόνυχτα. Μια πρώτη και χωρίς επιστημονικές περγαμηνές επισήμανση - παρατηρητής είμαι, επαναλαμβάνω- είναι ότι οι τακτικές του πελατειακού συστήματος επηρέασαν καθοριστικά τις κοινωνικές συμπεριφορές και την αντίληψη της κοινωνίας για το δημόσιο συμφέρον κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Και οι τακτικές της Αριστεράς, ο τρόπος που διαχειρίστηκε τις εσωτερικές της αντιπαραθέσεις και η άρνηση του κύριου όγκου της να υπηρετήσει δημιουργικά την εντός τόπου και χρόνου πολιτική, επηρέασαν καθοριστικά τον τρόπο που η κοινωνία στάθηκε απέναντι στην κρίση.

Εδώ είναι η πρώτη ευθύνη ενός τμήματος της Αριστεράς, που ταύτισε την πολιτική αντίδραση στην κρίση με έναν έτσι κι αλλιώς κορυφαίο και διαρκή πολιτικό στόχο, τον αντικαπιταλιστικό αγώνα.

Όσοι εξαρχής, ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή και άλλοι, θεώρησαν και προπαγάνδισαν ως μοναδική εθνική – λαϊκή- δημοκρατική θέση την «αντίσταση στις δυνάμεις κατοχής» και επέβαλαν το διαχωρισμό των πολιτικών σε μνημονιακούς και υπερασπιστές του λαού καλλιέργησαν μια μανιχαϊστική διάσταση στην πολιτική αντιπαράθεση. Κάθε πρόταση τοποθετούνταν στον άξονα Καλού - Κακού, εξετάζονταν με όρους θεολογικής αλήθειας και κάθε πρόσωπο που τολμούσε να προτείνει αλλαγές ή συμμετείχε σ΄αυτές, ενσάρκωνε έναν οιονεί προδότη του λαού. Αντιθέτως, κάθε πρόσωπο που κατακεραύνωνε οποιαδήποτε αλλαγή υπερασπιζόμενο την αδράνεια και ωραιοποιούσε την πρότερη διεφθαρμένη περίοδο διακυβέρνησης, αποκτούσε πιστοποιητικό λαϊκού αγωνιστή.
Αυτό περίπου, απλοϊκά, υπήρξε το δυναμικό «αριστερό» αίσθημα και συναίσθημα. Γι΄ αυτό και η απόφαση της ΔΗΜΑΡ να στηρίξει την κυβέρνηση παρουσιάστηκε ως «ένοχη» και «ύποπτη». Το άμεσο πολιτικό αποτέλεσμα ήταν η παρεμπόδιση κάθε ουσιαστικής συζήτησης για τις αλλαγές στη χώρα μας, συζήτηση την οποία, ούτως ή άλλως , ελάχιστοι πολιτικοί παράγοντες του πελατειακού συστήματος επιθυμούσαν και ακόμη λιγότεροι ήσαν έτοιμοι γι΄ αυτήν.

Η περίοδος κρίσης ευνοεί τη δημαγωγία και δαιμονοποιεί τις αλλαγές αλλά η πολιτική, ειδικά όταν βρίσκεσαι σε καθεστώς διεθνούς οικονομικής εποπτείας, δεν μπορεί να έχει κενά, δεν έχει καν χρήσιμο χρόνο, όπως αποδείχτηκε. Μόνο κρίσιμο. Και σ΄ αυτό τον κρίσιμο χρόνο ένα μεγάλο τμήμα της Αριστεράς απάντησε με όρους Δευτέρας Παρουσίας, καθώς τοποθέτησε τη λύση, τη μοναδική, σε μια κατεύθυνση: την ανάληψη – επίτηδες δεν λέω κατάληψη- της εξουσίας από μια κυβέρνηση της Αριστεράς, και μάλιστα της «ατόφιας».

Αυτή η κατεύθυνση, η προοπτική ανάληψης της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ, τον έφερε αντιμέτωπο με δύο διλήμματα, στα οποία κατά τη γνώμη μου απάντησε με εύλογες επιλογές αλλά υπερβολικές βεβαιότητες .

Α. Προσπάθησε και πέτυχε να μεγενθύνει το χώρο του, πολυσυλλεκτικά, γρήγορα και άκριτα. Η ηγετική του ομάδα αγκάλιασε όλα τα διαθέσιμα πρόσωπα και όλες τις ελπίδες τους. Από την ελπίδα του χαμένου παραδείσου όλων των ομάδων με απειλούμενα κεκτημένα ως την ελπίδα του αγνού αριστερού για την εκ βάθρων αλλαγή.
Για να συντηρήσει το μέγα πλήθος και το μέγα πάθος, ο δημόσιος λόγος του, επίσης εύλογα, επεφύλασσε ίσες πιθανότητες και σ΄αυτό που θα μπορούσε να συμβεί αν ο κόσμος ήταν αγγελικός, και σ΄αυτό που ήταν δυνατόν να συμβεί με όλους τους αντικειμενικούς περιορισμούς της συγκυρίας. Οι πιθανότητες μιας φαντασίωσης και οι δυνατότητες της πραγματικότητας είχαν το ίδιο πολιτικό βάρος, είτε επρόκειτο για τους υποψήφιους δανειστές Ρωσία, Κίνα, Βενεζουέλα είτε επρόκειτο για τη διαχείριση του μνημονίου.

Β. Επίσης εύλογα, ακολούθησε την παλαιοκομματική τακτική του δικομματισμού, την απόλυτη άρνηση του απέναντι, τη δαιμονοποίησή του, για να διασφαλίσει την άνοδο.
Όταν προσδοκάς την απόλυτη εξουσία στηριζόμενος σε πολυσυλλεκτικό ακροατήριο είσαι υποχρεωμένος να υποσκάπτεις κάθε δημιουργική προσπάθεια και να καλλιεργείς γλώσσα και συνθήκες πολέμου. Κι όταν στο νεανικό σου ακροατήριο δίνεις το ρόλο του «κλειδοκράτορα της Ιστορίας», ποιο θεωρείς πως είναι το ιστορικό του καθήκον απέναντι στους «προδότες γερμανοτσολιάδες», στους «πρόθυμους», στις καθημερινές «εκτροπές», «χούντες» και «πραξικοπήματα», στους «υποταγμένους», στους «μερκελιστές», στο «χυδαιότερο κομμάτι της αστικής αριστεράς»; Η απάντηση, νομίζω, είναι απλή.

Βεβαίως τα παιδιά που «κατέλαβαν» τη ΔΗΜΑΡ δεν είναι το ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ. Κινούνται όμως σε ένα διαμορφωμένο κλίμα.

"Το μελάνι μας είναι εκρηκτικό και οι ιδέες μας εύφλεκτες"
ήταν το μήνυμα στη μια όψη του φέιγ βολάν που άφησαν πίσω τους όσοι χωρίς βία και φθορές, το ξαναλέω, κατέλαβαν τα γραφεία μας.

Δεν το εκλαμβάνω ως απειλή, αλλά ως άλλη μια από τις ουτοπίες μιας νιότης αφόρητα πιεσμένης.

Το μήνυμα στην άλλη όψη είναι ευχή. Σημαντική, αποτελεί όμως αντικείμενο της ψυχολογίας και της κοινωνικής επιστήμης:
ΑΣ ΗΤΑΝΕ ΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΜΑΣ ΣΑΝ ΤΗ VILLA AMALIAS...

Σκέφτομαι αυτή τη φράση ξανά και ξανά...

Τελικά η ενηλικίωση και η ωριμότητα δεν θα έρθει με τα χρόνια. Δεν θα τη φέρουν καν οι εμπειρίες αλλά η μελέτη της ευθύνης , προσωπικής και πολιτικής, για τις πράξεις και τις αβλεψίες μας, για τις συνέπειες τους στο κοινωνικό σύνολο και το αποτύπωμά τους στο μέλλον.
Κι όταν οι ουτοπίες των καταληψιών διαλυθούν, όπως διαλύθηκαν άλλες ουτοπίες της δικής μου νιότης, αυτό δεν θα είναι ήττα. Γιατί μια νιότη χωρίς ουτοπίες, είναι νεκρή νιότη.


Δημοσιεύθηκε στο PROTAGON

20/01/2013

Ενδιαφέροντα άρθρα

23.05.2023

Μετά τον αντιμνημονιακό ΣΥΡΙΖΑ, τι; του Γ. Βούλγαρη

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
22.05.2023

Το τέλος του καιροσκοπικού ριζοσπαστισμού, του Β. Βαμβακά

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
31.05.2022

Μεταπολιτική, μεταδημοκρατία, μετακόμματα, του Γ. Σιακαντάρη

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

Αυτή η σελίδα χρησιμοποιεί cookies για να διαχειριστεί τα στοιχεία χρήσης, στατιστικά πλοήγησης και άλλες λειτουργίες. Επισκεπτόμενοι τη σελίδα μας συμφωνείτε οτι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε cookies.

OK