- Ενδιαφέροντα άρθρα
Ο ιστορικός Ιούλιος του 2015
Του Στάθη Καλύβα
Ο μήνας που κλείνει σε λίγες ημέρες θα μείνει πιθανότατα στην ιστορία ως μια εξίσου ιστορική στιγμή όσο ο θρυλικός Ιούλιος του 1974. Η πυκνότητα του χρόνου, ο ίλιγγος των εξελίξεων, η διακοπή της κανονικότητας, η διάχυση του φόβου, η γενικευμένη σύγχυση και η απίστευτη εγγύτητα μιας απόλυτης καταστροφής υπήρξαν κοινά συστατικά των δύο αυτών χρονικών στιγμών. Αν, όμως, γνωρίζουμε πού κατέληξαν τα γεγονότα του Ιουλίου 1974, βρισκόμαστε ακόμη στο σκοτάδι ως προς την τελική έκβαση των γεγονότων του Ιουλίου 2015. Για να αντιληφθούμε καλύτερα τη δυναμική των εξελίξεων, χρειάζεται να επικεντρωθούμε στην πορεία που μας έφερε εδώ. Τέσσερις είναι οι κομβικές φάσεις που τη συνθέτουν.
Αφετηρία υπήρξε η ανάδυση και κυριαρχία από το 2011 και μετά ενός μεγάλου ψεύδους: πως, δηλαδή, υπάρχει μια προφανής, εύκολη και συμφέρουσα εναλλακτική για τη χώρα, είτε μέσα είτε έξω από την Ευρωζώνη, αλλά πάντως δίχως μια επώδυνη προσαρμογή. Το ψεύδος αυτό συνέβαλε στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015. Προφανώς, οι παραδοσιακές πολιτικές ελίτ της χώρας φέρουν τεράστια ευθύνη για την εξέλιξη αυτή με τις πράξεις τους και τις παραλείψεις τους.
Δεύτερη φάση ήταν η μεγάλη απάτη της «περήφανης διαπραγμάτευσης». Οι καλωδιωμένοι τουρίστες του Βαρουφάκη θα μείνουν για να μας τη θυμίζουν με γλυκόπικρο τρόπο. Μόλις έγινε προφανές πως η διαπραγμάτευση αυτή δεν οδηγούσε πουθενά, μπήκε ο στόχος να κερδηθεί χρόνος. Αλλά γιατί ακριβώς; Για ορισμένους, σκοπός ήταν να ρίξουν στάχτη στα μάτια του κόσμου και να βγάλουν την Ελλάδα από το ευρώ ως προϋπόθεση μιας, υποτίθεται, σοσιαλιστικής επανάστασης. Για άλλους, επρόκειτο για απλό καιροσκοπισμό, που σύντομα μετατράπηκε σε πανικό όταν έγινε σαφές πως το πράγμα δεν οδηγούσε πουθενά.
Τρίτη φάση υπήρξε η συνειδητοποίηση του αδιεξόδου. Οταν έγινε σαφές πως οι διαπραγματεύσεις κατέληγαν σε επώδυνα μέτρα, ο Αλέξης Τσίπρας έριξε τη ζαριά του δημοψηφίσματος. Το άμεσο αποτέλεσμα υπήρξε η διάλυση της οικονομίας, που προήλθε ως αποτέλεσμα των κεφαλαιακών ελέγχων και του κλεισίματος των τραπεζών. Ακολούθησε το 61% του «Οχι», που απλώς βάθυνε το αδιέξοδο, και αμέσως μετά το φάσμα της άτακτης χρεοκοπίας και της εξόδου από την Ευρωζώνη. Η χώρα ολόκληρη κρεμόταν κυριολεκτικά από μία κλωστή. Η απόσταση ανάμεσα στην επώδυνη αλλά φυσιολογική κανονικότητα της κρίσης και την έκρηξη μιας απόλυτης καταστροφής έγινε ξαφνικά άμεσα ορατή. Το παραπλανητικό δόγμα «χειρότερα δεν υπάρχει» καταβαραθρώθηκε.
Μπροστά σ’ αυτή την πραγματικότητα, ο πρωθυπουργός έκανε πίσω και αποδέχθηκε μια επώδυνη συμφωνία, που ισοδυναμούσε με τον απόλυτο εξευτελισμό του, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό, αφού το «περήφανο Οχι» μεταμορφώθηκε μέσα σε μια νύχτα σε «Ναι». Ετσι, η Αριστερά εντάχθηκε στο μνημονιακό στρατόπεδο και το ψεύδος που την οδήγησε στην εξουσία («υπάρχει εναλλακτική») κατέρρευσε πανηγυρικά.
Διανύουμε την τέταρτη φάση, που δεν είναι άλλη από τη διαχείριση της μεγάλης μεταστροφής. Η διαχείριση αυτή έχει δύο σκέλη: την απορρόφηση των κραδασμών που αναπόφευκτα θα προκαλέσουν τα νέα δημοσιονομικά μέτρα και την πραγματοποίηση των μεγάλων μεταρρυθμίσεων που θα σηματοδοτήσουν τη μεταμόρφωση της Ελλάδας σε χώρα με παραγωγική οικονομία.
Οπως είναι προφανές ο πρωθυπουργός δυσκολεύεται, όμως δεν έχει άλλη επιλογή. Ο ανασχηματισμός ανέδειξε την απουσία ηγετικών ικανοτήτων του. Ενδεχομένως να καταφέρει να απεγκλωβιστεί από τον θανάσιμο εναγκαλισμό των πρώην συντρόφων του. Ακόμη και τότε, πάντως, θα χρειαστεί να κάνει μεγάλες υπερβάσεις. Η έως τώρα πορεία του όμως δείχνει πως μάλλον δεν διαθέτει τέτοιες δυνατότητες.
Το κλισέ πως στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα είναι τετριμμένο και προβληματικό. Υπάρχει όμως εκεί ένα ψήγμα αλήθειας. Και αυτό δεν είναι άλλο πως η χώρα βρίσκεται πλέον για τα καλά μέσα στην Ευρωζώνη. Οι Ευρωπαίοι ξεπέρασαν τους δισταγμούς τους και επένδυσαν πλέον πολλά στη χώρα μας. Συγχρόνως η ελληνική υπόθεση ενδυνάμωσε τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Παράλληλα, ο ελληνικός λαός κατάλαβε μέσω της οδύσσειας του τελευταίου μήνα τι σημαίνει ρήξη και έξοδος από το ευρώ. Δεν είναι άλλο διατεθειμένος να παίξει την τύχη του μέλλοντός του κορώνα-γράμματα. Το «Οχι» του δημοψηφίσματος υπήρξε απονενοημένη έκφραση σωρευμένου θυμού, που βασίστηκε στην πίστη στον ισχυρισμό πως δεν ενείχε κανένα ρίσκο. Η πίστη αυτή δοκιμάστηκε στον στίβο της πραγματικότητας και αποδείχθηκε έωλη. Ηταν ένα ακριβό μάθημα, αλλά το μήνυμα πέρασε. Η χώρα πέρασε έναν μεγάλο κάβο.
Αν ο Αλέξης Τσίπρας δεν καταφέρει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και αποτύχει να σπρώξει τη χώρα μπροστά, θα έχει αποδειχθεί για μία ακόμη και τελική φορά ανεπαρκής. Στην περίπτωση αυτή θα αναδειχθεί στη θέση του ένας νέος ηγέτης και θα κάνει πράξη τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Τότε θα κλείσει ο κύκλος που άνοιξε τον Απρίλιο του 2010 και θα ολοκληρωθεί η μετάβαση από τη Μεταπολίτευση σε μια νέα εποχή. Τότε θα γίνει ευρύτερα σαφής η μεγάλη ομοιότητα του Ιουλίου του 2015 με τον Ιούλιο του 1974.
Ο μήνας που κλείνει σε λίγες ημέρες θα μείνει πιθανότατα στην ιστορία ως μια εξίσου ιστορική στιγμή όσο ο θρυλικός Ιούλιος του 1974. Η πυκνότητα του χρόνου, ο ίλιγγος των εξελίξεων, η διακοπή της κανονικότητας, η διάχυση του φόβου, η γενικευμένη σύγχυση και η απίστευτη εγγύτητα μιας απόλυτης καταστροφής υπήρξαν κοινά συστατικά των δύο αυτών χρονικών στιγμών. Αν, όμως, γνωρίζουμε πού κατέληξαν τα γεγονότα του Ιουλίου 1974, βρισκόμαστε ακόμη στο σκοτάδι ως προς την τελική έκβαση των γεγονότων του Ιουλίου 2015. Για να αντιληφθούμε καλύτερα τη δυναμική των εξελίξεων, χρειάζεται να επικεντρωθούμε στην πορεία που μας έφερε εδώ. Τέσσερις είναι οι κομβικές φάσεις που τη συνθέτουν.
Αφετηρία υπήρξε η ανάδυση και κυριαρχία από το 2011 και μετά ενός μεγάλου ψεύδους: πως, δηλαδή, υπάρχει μια προφανής, εύκολη και συμφέρουσα εναλλακτική για τη χώρα, είτε μέσα είτε έξω από την Ευρωζώνη, αλλά πάντως δίχως μια επώδυνη προσαρμογή. Το ψεύδος αυτό συνέβαλε στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015. Προφανώς, οι παραδοσιακές πολιτικές ελίτ της χώρας φέρουν τεράστια ευθύνη για την εξέλιξη αυτή με τις πράξεις τους και τις παραλείψεις τους.
Δεύτερη φάση ήταν η μεγάλη απάτη της «περήφανης διαπραγμάτευσης». Οι καλωδιωμένοι τουρίστες του Βαρουφάκη θα μείνουν για να μας τη θυμίζουν με γλυκόπικρο τρόπο. Μόλις έγινε προφανές πως η διαπραγμάτευση αυτή δεν οδηγούσε πουθενά, μπήκε ο στόχος να κερδηθεί χρόνος. Αλλά γιατί ακριβώς; Για ορισμένους, σκοπός ήταν να ρίξουν στάχτη στα μάτια του κόσμου και να βγάλουν την Ελλάδα από το ευρώ ως προϋπόθεση μιας, υποτίθεται, σοσιαλιστικής επανάστασης. Για άλλους, επρόκειτο για απλό καιροσκοπισμό, που σύντομα μετατράπηκε σε πανικό όταν έγινε σαφές πως το πράγμα δεν οδηγούσε πουθενά.
Τρίτη φάση υπήρξε η συνειδητοποίηση του αδιεξόδου. Οταν έγινε σαφές πως οι διαπραγματεύσεις κατέληγαν σε επώδυνα μέτρα, ο Αλέξης Τσίπρας έριξε τη ζαριά του δημοψηφίσματος. Το άμεσο αποτέλεσμα υπήρξε η διάλυση της οικονομίας, που προήλθε ως αποτέλεσμα των κεφαλαιακών ελέγχων και του κλεισίματος των τραπεζών. Ακολούθησε το 61% του «Οχι», που απλώς βάθυνε το αδιέξοδο, και αμέσως μετά το φάσμα της άτακτης χρεοκοπίας και της εξόδου από την Ευρωζώνη. Η χώρα ολόκληρη κρεμόταν κυριολεκτικά από μία κλωστή. Η απόσταση ανάμεσα στην επώδυνη αλλά φυσιολογική κανονικότητα της κρίσης και την έκρηξη μιας απόλυτης καταστροφής έγινε ξαφνικά άμεσα ορατή. Το παραπλανητικό δόγμα «χειρότερα δεν υπάρχει» καταβαραθρώθηκε.
Μπροστά σ’ αυτή την πραγματικότητα, ο πρωθυπουργός έκανε πίσω και αποδέχθηκε μια επώδυνη συμφωνία, που ισοδυναμούσε με τον απόλυτο εξευτελισμό του, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό, αφού το «περήφανο Οχι» μεταμορφώθηκε μέσα σε μια νύχτα σε «Ναι». Ετσι, η Αριστερά εντάχθηκε στο μνημονιακό στρατόπεδο και το ψεύδος που την οδήγησε στην εξουσία («υπάρχει εναλλακτική») κατέρρευσε πανηγυρικά.
Διανύουμε την τέταρτη φάση, που δεν είναι άλλη από τη διαχείριση της μεγάλης μεταστροφής. Η διαχείριση αυτή έχει δύο σκέλη: την απορρόφηση των κραδασμών που αναπόφευκτα θα προκαλέσουν τα νέα δημοσιονομικά μέτρα και την πραγματοποίηση των μεγάλων μεταρρυθμίσεων που θα σηματοδοτήσουν τη μεταμόρφωση της Ελλάδας σε χώρα με παραγωγική οικονομία.
Οπως είναι προφανές ο πρωθυπουργός δυσκολεύεται, όμως δεν έχει άλλη επιλογή. Ο ανασχηματισμός ανέδειξε την απουσία ηγετικών ικανοτήτων του. Ενδεχομένως να καταφέρει να απεγκλωβιστεί από τον θανάσιμο εναγκαλισμό των πρώην συντρόφων του. Ακόμη και τότε, πάντως, θα χρειαστεί να κάνει μεγάλες υπερβάσεις. Η έως τώρα πορεία του όμως δείχνει πως μάλλον δεν διαθέτει τέτοιες δυνατότητες.
Το κλισέ πως στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα είναι τετριμμένο και προβληματικό. Υπάρχει όμως εκεί ένα ψήγμα αλήθειας. Και αυτό δεν είναι άλλο πως η χώρα βρίσκεται πλέον για τα καλά μέσα στην Ευρωζώνη. Οι Ευρωπαίοι ξεπέρασαν τους δισταγμούς τους και επένδυσαν πλέον πολλά στη χώρα μας. Συγχρόνως η ελληνική υπόθεση ενδυνάμωσε τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Παράλληλα, ο ελληνικός λαός κατάλαβε μέσω της οδύσσειας του τελευταίου μήνα τι σημαίνει ρήξη και έξοδος από το ευρώ. Δεν είναι άλλο διατεθειμένος να παίξει την τύχη του μέλλοντός του κορώνα-γράμματα. Το «Οχι» του δημοψηφίσματος υπήρξε απονενοημένη έκφραση σωρευμένου θυμού, που βασίστηκε στην πίστη στον ισχυρισμό πως δεν ενείχε κανένα ρίσκο. Η πίστη αυτή δοκιμάστηκε στον στίβο της πραγματικότητας και αποδείχθηκε έωλη. Ηταν ένα ακριβό μάθημα, αλλά το μήνυμα πέρασε. Η χώρα πέρασε έναν μεγάλο κάβο.
Αν ο Αλέξης Τσίπρας δεν καταφέρει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και αποτύχει να σπρώξει τη χώρα μπροστά, θα έχει αποδειχθεί για μία ακόμη και τελική φορά ανεπαρκής. Στην περίπτωση αυτή θα αναδειχθεί στη θέση του ένας νέος ηγέτης και θα κάνει πράξη τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Τότε θα κλείσει ο κύκλος που άνοιξε τον Απρίλιο του 2010 και θα ολοκληρωθεί η μετάβαση από τη Μεταπολίτευση σε μια νέα εποχή. Τότε θα γίνει ευρύτερα σαφής η μεγάλη ομοιότητα του Ιουλίου του 2015 με τον Ιούλιο του 1974.
Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή