- Νομοθετική εργασία
«Διοικητικές Απλουστεύσεις, Καταργήσεις, Συγχωνεύσεις Νομικών Προσώπων και Υπηρεσιών του Δημόσιου Τομέα...» επί της αρχής
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συζητάμε σήμερα εδώ -και νομίζω ότι πολύς κόσμος αναμένει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον- ένα νομοσχέδιο με το οποίο δηλώνει η Κυβέρνηση ότι προσδοκά στην αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης, ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική ή λιγότερο δαπανηρή και κυρίως, αξιόπιστη.
Η δημόσια διοίκηση είναι η μεγάλη μεταρρυθμιστική πρόκληση αυτής της χώρας.
Είναι το στρατηγικό σχέδιο δράσης εκείνου που αν σχεδιαστεί και εφαρμοστεί σωστά, θα συμβάλει καθοριστικά στη μείωση της διαφθοράς και ταυτόχρονα θα γίνει εφαλτήριο ανάπτυξης.
Η προτεραιότητα που δίνουμε εμείς στη συγκεκριμένη μεταρρύθμιση είναι γνωστή από την περίοδο ακόμα που συμμετείχε η Δημοκρατική Αριστερά στην τρικομματική Κυβέρνηση. Υπηρετεί, όμως, το παρόν νομοσχέδιο ένα τέτοιο σχέδιο δράσης; Για να δούμε το ζήτημα.
Το πρώτο μέρος του νομοσχεδίου αφορά στις διοικητικές απλουστεύσεις. Το είπαν όλοι οι συνάδελφοι που προηγήθηκαν. Με τα άρθρα 1 έως 5 απλουστεύονται διοικητικές διαδικασίες. Αυτές οι απλουστεύσεις είναι χρήσιμες και αναγκαίες, ειδικότερα μετά τη συμφωνία με τον ΟΟΣΑ, όπως είχε ξεκινήσει και εφαρμόσει το Υπουργείο από τον Νοέμβρη του 2012 και είχε συμπεριληφθεί στο προσχέδιο νόμου που είχε καταθέσει ο προκάτοχος Υπουργός στο Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Επομένως, συμφωνούμε με αυτές τις καταργήσεις και απλοποιήσεις των διοικητικών διαδικασιών.
Αναμέναμε, όμως, κύριε Υπουργέ, να επιδειχθεί περισσότερη τόλμη, να προχωρήσετε, δηλαδή, σε όλες εκείνες τις ενέργειες που απλοποιούν τη διοικητική γραφειοκρατία, μειώνουν τον όγκο για τις υπηρεσίες και προσφέρουν οικονομία χρόνου και χρήματος για τους πολίτες. Ένα βασικό ερώτημα που ανακύπτει -και σας το είχα θέσει και στην Επιτροπή, κύριε Υπουργέ- είναι αν έχουν καταγραφεί τα αποτελέσματα του προγράμματος συνεργασίας με τον ΟΟΣΑ, όπως έχει γίνει και σε άλλα Υπουργεία. Το ίδιο συμβαίνει, όπως σας είχα πει, και στο Υπουργείο Ανάπτυξης, όπου τα αντίστοιχα αποτελέσματα έχουν γνωστοποιηθεί και είναι πολύ θετικά. Πήρα την απάντηση από εσάς ότι εντός των προσεχών ημερών επρόκειτο να κατατεθούν τα αποτελέσματα από την έρευνα του ΟΟΣΑ και ότι ίσως σε προσεχές νομοθέτημα θα τα αξιοποιούσατε.
Διερωτάται, λοιπόν, ακόμα και σήμερα κανείς ποια και πόσα είναι τα διοικητικά βάρη που επιβαρύνουν τη διοικητική διαδικασία και που ταλαιπωρούν άδικα τους πολίτες χρόνια τώρα. Διότι αν και στην αιτιολογική έκθεση γίνεται αναφορά στη συνεργασία αυτή, ωστόσο οι επιμέρους αυτές παρεμβάσεις είναι μάλλον προτάσεις της διοίκησης -υπηρεσιών, δηλαδή, του Υπουργείου- και δεν είναι τα αποτελέσματα της συνεργασίας με τον ΟΟΣΑ.
Στο δεύτερο μέρος του νομοσχεδίου περιλαμβάνονται οι καταργήσεις των είκοσι τριών φορέων του δημοσίου. Επιτρέψτε μου μία κρίση, παρά την απολυτότητα που αναγνωρίζω ότι έχει αυτή μου η κρίση: «Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν» και μάλιστα με τρόπο άνισο. Σας διαβεβαιώνω, κύριε Υπουργέ, ότι εξετάσαμε τη συνολική πρότασή σας με τρόπο απροκατάληπτο -ειλικρινά σας το λέω- όσο μπορούσαμε πιο καλόπιστα.
Η κριτική που ασκούμε εμείς στο παρόν νομοσχέδιο δεν είναι κριτική συντήρησης ενός υπάρχοντος αναποτελεσματικού δημόσιου τομέα. Είναι κριτική για την εμβάθυνση των τομών που χρειάζονται.
Ας υπενθυμίσουμε ότι με το ν. 4109/2013 είχαν συγχωνευτεί εκατόν ενενήντα επτά νομικά πρόσωπα δημοσίων φορέων και είχαν καταργηθεί οχτώ φορείς. Μάλιστα, τότε είχαμε πει ότι πρόκειται για ένα ελάχιστο δείγμα και ότι μέχρι τον Ιούνιο θα ακολουθούσε η αξιολόγηση άλλων χιλίων πεντακοσίων φορέων. Έκτοτε η ΔΗΜΑΡ, η οποία αποχώρησε από την Κυβέρνηση και από το Υπουργείο αφού πρώτα κατηγορήθηκε ως δύναμη αδράνειας και αντιμεταρρυθμιστική, παρατηρεί σήμερα ότι η νέα ηγεσία του Υπουργείου, ένα χρόνο σχεδόν μετά, παρουσιάζει το σημερινό νομοσχέδιο με την κατάργηση-συγχώνευση είκοσι τριών φορέων, με την οποία προκαλεί μία πολύ μεγαλύτερη, σοβαρότερη κριτική παρατήρηση και πάρα πολλές ενστάσεις.
Ας υπενθυμίσουμε, ακόμα, ότι με το ν. 4109/2013 ο οικονομικός και διοικητικός εξορθολογισμός δεν είχε καταλύσει τις υπάρχουσες εργασιακές σχέσεις των εργαζομένων και δεν είχε θίξει την εργασιακή τους ασφάλεια.
Οι μετακινήσεις εργαζομένων, λόγω αλλαγής φορέα, επιδιώχθηκαν με τη διατήρηση της σχέσης εργασίας ως μία περίπτωση ένταξης στο σχήμα της κινητικότητας, όπως τουλάχιστον το εννοούσαμε τότε και όχι με την έννοια δυστυχώς των απολύσεων, όπως φαίνεται ότι προκύπτει σήμερα.
Ανάμεσα στο προσωπικό που οδηγείται σε απόλυση, κύριε Υπουργέ, βρίσκονται στελέχη με εξειδικευμένα ακαδημαϊκά προσόντα και εμπειρία. Για παράδειγμα, στο υπό κατάργηση «Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού» απασχολούνται εξήντα οχτώ εργαζόμενοι -τα είπαμε και στην επιτροπή- εκ των οποίων οι τριάντα από αυτούς κατέχουν μεταπτυχιακό τίτλο και οι εννέα διδακτορικό, μορφωμένα στελέχη, δηλαδή, που εργάζονται στο δημόσιο με πολύ μεγάλη έκταση γνώσεων.
Κύριε Υπουργέ, θα το επαναλάβω γιατί μου άρεσε όταν το άκουσα και σας το είπα και στην Επιτροπή και θα σας το ξαναπώ: Εσείς ο ίδιος στην Ολομέλεια της Βουλής στις 5/2/2013 δηλώνατε ότι η βασική προϋπόθεση για την επιτυχία οποιασδήποτε μεταρρύθμισης στο δημόσιο τομέα είναι η αξιοποίηση των πλέον άξιων στελεχών του. Συμφωνούσαμε τότε απολύτως μαζί σας και συμφωνούμε και τώρα, αν το επαναλαμβάνετε, γι' αυτό και καμία συγχώνευση δεν είχε σχεδιαστεί τότε με σκοπό να απολυθούν εργαζόμενοι, αλλά να μετακινηθούν.
Σ' ό,τι αφορά το θέμα των προς συγχώνευση ή κατάργηση φορέων, προφανώς όλοι μας αναγνωρίζουμε ότι ανάμεσα στους φορείς που καταργούνται βρίσκονται οργανισμοί που πράγματι δεν επιτελούν σήμερα κάποια δημόσια χρήσιμη λειτουργία και βεβαίως επικροτούμε τα άρθρα που προσεγγίζουν αυτούς τους οργανισμούς με μία καινούργια προοπτική. Υπάρχουν, όμως, και οργανισμοί που χωρίς καμία ουσιαστική αξιολόγηση του έργου τους καταργούνται, αφήνοντας μεγάλο κενό πίσω τους. Θέλετε παραδείγματα; Αναφέρω το ΕΚΕΒΙ το οποίο είχε γλιτώσει την κατάργησή του όταν ήμασταν εμείς ακόμα στην κυβέρνηση και είχαμε αποκρούσει την κατάργηση του θεσμού αυτού με το πλούσιο έργο που είχε. Το χειρότερο είναι ότι μεταφέρονται οι αρμοδιότητές του στο Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού που μάλλον δεν έχει ανάλογο έργο να παρουσιάσει και που όδευε προς κατάργηση, μέχρι που αποφασίστηκε ότι όχι μόνο δεν θα καταργηθεί, αλλά και θα αναβαθμιστεί υπό την προεδρία του κυρίου Χριστόδουλου Γιαλουρίδη, με ό,τι αυτό σημαίνει, ενσωματώνοντας τώρα και το ΕΚΕΒΙ.
Θέλετε ένα δεύτερο παράδειγμα; Ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου της Αθήνας και οι αντίστοιχοι της Θεσσαλονίκης και των Ιωαννίνων.
Δεν πρόκειται καθόλου για άχρηστους οργανισμούς που δεν επιτελούν το έργο για το οποίο συστήθηκαν. Είναι οργανισμοί που εκείνος που γνωρίζει καλά θα τους χαρακτήριζε ως οργανισμούς μιας στάσης, αφού έχουν απολύτως συντονιστικό και άμεσα επεμβατικό ρόλο για το σχεδιασμό, αλλά και για την εφαρμογή των κατά τόπους ρυθμιστικών σχεδίων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ εκπονήθηκε το ρυθμιστικό σχέδιο της Αθήνας που αυτό τον καιρό βρίσκεται «ψαλιδισμένο» μεν, αλλά βρίσκεται στη Βουλή προς ψήφιση. Καταργείται έτσι μία αποκεντρωμένη υπηρεσία με συγκεκριμένο έργο και με εξειδικευμένο προσωπικό και οι αρμοδιότητές της μεταφέρονται στα τμήματα μητροπολιτικού σχεδιασμού που τώρα συστήνονται στη Διεύθυνση Χωροταξίας του ΥΠΕΚΑ, συνεχίζοντας το «κόψε-ράψε» με τις δομές των Υπουργείων, παρά το γεγονός ότι θεωρητικά οι δομές τους θα έπρεπε να έχουν σταθεροποιηθεί μέσα από μια αξιολόγησή τους και από την έγκρισή τους από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Μεταρρύθμισης.
Κύριε Υπουργέ, το νομοσχέδιο στη συνέχεια ασχολείται με την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων. Στο σημείο αυτό θα περιμέναμε ο Υπουργός να ολοκληρώσει τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια για ριζική αναδιάρθρωση των δομών όλων των Υπουργείων με εκθέσεις αξιολόγησης και να συνεχίσει την αξιολόγηση του προσωπικού βάσει στοχοθεσίας που είχε νομοθετηθεί και είχε προβλεφθεί ακόμα επί κυρίου Ρέππα, ένα σχέδιο που είχε συνέχεια και στην τρικομματική κυβέρνηση.
Δυστυχώς, όμως, προκύπτει ότι δεν πρόκειται για μία εμπεριστατωμένη προσπάθεια εγκαθίδρυσης ενός πλαισίου αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων. Θα τολμούσαμε να πούμε ότι πρόκειται μάλλον για μία θεσμική οπισθοδρόμηση. Ο κύριος Υπουργός προτιμά το 2014 να «αναπαλαιώσει» τον απαξιωμένο στις συνειδήσεις των δημοσίων υπαλλήλων θεσμό των εκθέσεων αξιολόγησης.
Ισχυρίζομαι ότι το νομοσχέδιο «αναπαλαιώνει» τον τρόπο αξιολόγησης γιατί επιφέρει κάποιες τυπικές γραφειοκρατικές επιδιορθώσεις που δεν απαντούν όμως στο αίτημα να γίνει η διοίκηση πιο αποδοτική.
Κύριε Υπουργέ, η σύγχρονη προσέγγιση στο διοικητικό σύστημα και οι καλύτερες πρακτικές στα προηγμένα κράτη συνηγορούν ότι το μόνο αποτελεσματικό σύστημα αξιολόγησης των υπαλλήλων είναι η αξιολόγηση απόδοσης μέσω δεικτών και μετρήσιμων στόχων. Στο παρόν νομοσχέδιο το σύστημα αυτό «μπαίνει στο συρτάρι» και «ανασταίνονται» οι τυπικές και σε αχρησία σήμερα εκθέσεις αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων που συμπληρώνονται εντελώς τυπικά, ασχέτως με οποιαδήποτε απόδοση του υπαλλήλου.
Το νομοσχέδιο απλώς εισάγει κλίμακες βαθμολόγησης στις υπάρχουσες εκθέσεις αξιολόγησης των υπαλλήλων για να αντιμετωπίσει το φαινόμενο της πλήρους απαξίωσης που ίσχυε μέχρι τώρα που όλοι σχεδόν το ξέρουμε: Οι υπάλληλοι βαθμολογούνταν με άριστα. Αυτό, όμως, το σύστημα δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική απόδοση των υπαλλήλων, πολύ περισσότερο έτσι όπως ορίζονται τα ποσοστά για κάθε βαθμολογική κλίμακα. Βαθμό 9 ως 10 δεν μπορεί να παίρνει πάνω από το 25% των υπαλλήλων και ούτω καθεξής, πράγμα που δεν θα είχε κανένα απολύτως νόημα σε ένα σύστημα αξιολόγησης της απόδοσης.
Ο καθορισμός των ποσοστών είναι αυθαίρετος. Δεν συνδέεται με την καλύτερη απόδοση του υπαλλήλου ή της διοίκησης, ούτε βέβαια έχει καμία σχέση με την ποιοτική εξυπηρέτηση του πολίτη. Γιατί προκύπτει το ερώτημα πώς εκ προοιμίου μπορεί να ξέρει κανείς ότι μόνο το 25% των υπαλλήλων σε ένα τμήμα μπορεί να πάρει βαθμό 9 ή 10 ή ότι το 15% αξίζει βαθμολογία 1 έως 6. Ποιος καθορίζει αυτά τα ποσοστά και με ποια λογική; Μπορεί να απαντήσει το Υπουργείο, όπως έχει ήδη απαντήσει: «Μα, τα διεθνή στάνταρ». «Τα ισχύοντα σε άλλες χώρες». Αυτό λέει το Υπουργείο, αλλά πείθει; Το ερώτημα προφανώς παραμένει.
Φυσικά, καμιά σχέση με την αξιολόγηση απόδοσης δεν έχει ούτε η επίκληση από το βαθμολογητή των πραγματικών στοιχείων και όχι αξιολογικών χαρακτηρισμών –άρθρο 22- τα οποία στοιχεία μάλιστα δεν προσδιορίζονται ούτε και διασφαλίζεται κάποια αντικειμενικότητα στην αξιολόγηση εφόσον ο αξιολογητής είναι καταρχήν μόνο ένας ο οποίος είναι ο προϊστάμενος –άρθρο 25-, η αξιολόγηση γίνεται χωρίς σταθερά προσδιορισμένα κριτήρια, χωρίς μετρήσιμους στόχους κ.λπ.
Κύριε Υπουργέ, υπήρξε πολλή συζήτηση στην Επιτροπή για το άρθρο 43. Θα τα πούμε και αύριο στη συζήτηση επί των άρθρων, αλλά θέλω σήμερα να σας πω ότι ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει για εμάς –υποθέτω ότι δεν μπορεί παρά να σας απασχόλησε- η επί του νομοσχεδίου έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής, η οποία σε αντίθεση με την αυτοδικαίως λύση της παράτυπης –θα έλεγα- εργασιακής σχέσης ανεξαρτήτως του χρόνου που παρήλθε από την μετατροπή, όπως εσείς λέτε στο νομοσχέδιο, υπενθυμίζει την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας η οποία αναφέρει ότι αυτή πρέπει να γίνει εντός πενταετίας, δηλαδή προσδιορίζει συγκεκριμένο χρόνο. Είναι μια διαφορά την οποία αποκλείεται να μην την έχετε πάρει υπόψη σας και μετά από αυτήν τη γνωμοδότηση της Επιστημονικής Επιτροπής.
Συμπερασματικά –και τελειώνω- με το παρόν νομοσχέδιο ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης δεν φαίνεται –κατά τη γνώμη μας- να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες που είχαν όσοι περίμεναν ότι ενδεχομένως θα μπορούσε να τολμήσει.
Νομίζω ότι βοήθεια είχατε, κύριε Υπουργέ, αφού παραλάβατε ένα σχετικά ολοκληρωμένο νομοσχέδιο για την αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης που προέβλεπε μεταξύ άλλων και την κατάρτιση νέων οργανισμών με αναδιάταξη των διευθύνσεων όλων των Υπουργείων και με ουσιαστική μείωση των δομών τους. Στο νομοσχέδιο εκείνο υπήρχαν ακόμη σημαντικές διατάξεις για την πάταξη της διαφθοράς, την αναδιοργάνωση του Σώματος των Επιθεωρητών και τη συγχώνευσή τους με την υπηρεσία του Γενικού Επιθεωρητή και άλλα πολλά που υπήρχαν σε εκείνην την προσπάθεια.
Με λύπη μας διαπιστώνουμε σήμερα ότι η προσπάθεια εκείνη για μια συνολική και ριζική αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης που είχε ξεκινήσει τον Ιούλιο του '12, με την τεχνική βοήθεια και της Γαλλίας και της Task force, δυστυχώς δεν εξελίσσεται. Δεν λέμε ότι ανατρέπεται, αλλά δεν εξελίσσεται. Προσπαθώ να είμαι όσο μπορώ πιο συγκεκριμένος και ακριβής. Ακόμα μια ιστορική ευκαιρία πάει χαμένη ή μένει στη μέση στην καλύτερη περίπτωση.
Κύριε Υπουργέ, ασφαλώς ξέρετε -όπως και όλος ο κόσμος άλλωστε- ότι ο τόπος έχει ανάγκη από μια ριζική αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης, ώστε να γίνει αποδοτική και ικανή να διαμορφώνει και να εκτελεί τις δημόσιες πολιτικές που αποφασίζει η Κυβέρνηση,
Η δημόσια διοίκηση χρειάζεται άμεση μεταρρύθμιση με αξιολογήσεις των δομών όλων των υπηρεσιών και με καθιέρωση της αξιολόγησης του προσωπικού βάσει στοχοθεσίας.
Συμβάλλει το παρόν νομοσχέδιο προς αυτήν την κατεύθυνση;
Νομίζουμε πως όχι και γι' αυτό επί της αρχής εκφράζουμε την αντίθεσή μας.